spot_img
Παρασκευή, 17 Μαΐου, 2024
spot_img
ΑρχικήΣκύλοςΚυνηγόσκυλαΚυνηγόσκυλα και κυνήγι στην Κύπρo

Κυνηγόσκυλα και κυνήγι στην Κύπρo

|

Κυνηγόσκυλα και κυνήγι στην Κύπρo – Μία ανάλυση των καταλληλότερων φυλών για τους βιότοπους του Νησιού

Ποια είναι η καλύτερη φυλή κυνηγετικού σκύλου; Τί χαρακτηριστικά έχει ένα μεγάλο κυνηγόσκυλο; Είναι ο σκύλος αγώνων κατάλληλος και για το κυνήγι;

Αυτά και πολλά άλλα ερωτήματα είναι το αντικείμενο ατέρμονων συζητήσεων μεταξύ των κυνηγών.

Kείμενο – ΑΝΤΩΝΗΣ ΤAΛΙΩΤΗΣ

Τόνοι μελάνι έχουν χυθεί από εκπαιδευτές, εκτροφείς και άλλους ειδικούς χωρίς όμως, κατά την άποψή μου, να προσεγγίζουν το θέμα. Από την πλευρά μου, θα επιχειρήσω να αναλύσω τη δική μου θεωρία για το ποια φυλή και ποιος τύπος σκύλου είναι καταλληλότερος για το κυνήγι στην Κύπρο από καθαρά κυνηγετική σκοπιά.

Η ανάλυση μου αυτή βασίζεται στα τυπικά χαρακτηριστικά της κάθε φυλής και όχι σε σκυλιά που απέχουν από τα κυνηγετικά στάνταρτ της ράτσας τους.

Τα πόιντερ

Θα ξεκινήσω από το πόιντερ. Κλασικά ένα σκυλί ανοικτής έρευνας με δυνατή μύτη, αθλητικό και ακούραστο. Το λεπτό του τρίχωμα αποτελεί πλεονέκτημα καθώς επηρεάζεται λιγότερο από τις ψηλές θερμοκρασίες υπό τις οποίες διεξάγεται το κυνήγι στην Κύπρο, αλλά μειονέκτημα όταν κυνηγάς σε βιότοπους που κυριαρχούν τα βάτα, οι ασπάλαθοι και άλλοι ακανθώδεις θάμνοι.

Η κυνηγετική πίεση που εξασκείται στα πουλιά και ειδικά τις πέρδικες, τις κάνει τόσο ανήσυχες που μόνο στο άκουσμα του σκύλου ή του κυνηγού, κάνουν φτερό πολύ πριν τις προσεγγίσεις σε απόσταση βολής. Για να μπορέσει ένας σκύλος να φερμάρει πέρδικα στην Κύπρο πρέπει να είναι… “αερικό”.

Υπό αυτά τα δεδομένα η ανοικτή έρευνα είναι μειονέκτημα εκτός και αν μιλάμε για σκύλο “καθηγητή” με δυνατή μύτη και ικανότατο στο μπλοκάρισμα, που θα φερμάρει την πέρδικα από απόσταση. Το θέμα όμως είναι για πόσο θα μείνει το πουλί και αν προλαβαίνεις να καλύψεις την απόσταση και να φτάσεις στον σκύλο πριν η πέρδικα σηκωθεί.

Το να προσπαθήσεις να μετατρέψεις ένα πόιντερ σε σκυλί μέτριας έρευνας, σε μία προσπάθεια να εκμεταλλευτείς τα αδιαμφισβήτητα προσόντα του περιορίζοντας τα πιο πάνω αναφερόμενα μειονεκτήματα πάει ενάντια στη φύση του αλλά, πέραν τούτου, πόσοι μη επαγγελματίες εκπαιδευτές μπορούν να επιβληθούν σε ένα πόιντερ; Εγώ πάντως δεν τα κατάφερα. Κυνήγησα με πόιντερ στα πρώτα χρόνια της καριέρας μου και κατέληξα στο συμπέρασμα, ότι το συγκεκριμένο σκυλί για να είναι αποδοτικό στην Κύπρο θα πρέπει να είναι δέκα άλφα και ο κυνηγός ικανότατος κυναγωγός.

Έτσι παρόλο που τουλάχιστον ένα από τα πόιντερ που είχα ήταν εξαιρετικό (ήταν το σκυλί με το οποίο κτύπησα το περισσότερο θήραμα από όλα τα σκυλιά που πέρασαν από τα χέρια μου) δεν είναι η επιλογή μου για το κυνήγι στην Κύπρο.

Το σέττερ

Το σέτερ από την άλλη ως γνήσιο Αγγλικό σκυλί έχει επίσης ανοικτή έρευνα και δυνατή μύτη. Παρόλο όμως που το κυνηγετικό του προφίλ δεν διαφέρει και τόσο πολύ από αυτό του πόιντερ, έχω την εντύπωση ότι “ελέγχεται” ευκολότερα γιατί δεν έχει τον κυριαρχικό χαρακτήρα του τελευταίου.

Έχει επίσης το πλεονέκτημα του πλούσιου τριχώματος που του επιτρέπει να τρυπώνει ευκολότερα στα πυκνά. Ταυτόχρονα όμως αυτό είναι και μειονέκτημα γιατί το σκυλί “υποφέρει” και δεν είναι το ίδιο αποδοτικό κάτω από τις ψηλές θερμοκρασίες που επικρατούν το πρώτο μισό της κυνηγετικής περιόδου.

Ο κυνηγός έχει επίσης και τον… μπελά, του να πρέπει να καθαρίσει το τρίχωμα στο σέτερ κατά την επιστροφή στο σπίτι από τα άγανα, τα αγκάθια και τα άλλα παλιόχορτα που κολλούν σε αυτό. Ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κατά το σέττερ, ομολογώντας ότι δεν έχω κυνηγήσει μαζί του στην Κύπρο, παίρνει επίσης αρνητική ψήφο, από εμένα τουλάχιστον.

Η αλήθεια είναι ότι μέχρι πριν λίγα χρόνια το σέττερ απουσίαζε από τους Κυπριακούς βιότοπους και μόνο πρόσφατα άρχισε να κερδίζει τους κυνηγούς του νησιού. Ο χρόνος θα δείξει αν θα καταφέρει να κερδίσει μία μόνιμη θέση στις προτιμήσεις τους γιατί όσον αφορά τις ικανότητές του που είχα την ευκαιρία να απολαύσω δια ζώσης στα χορτολίβαδα της Ουρουγουάης, δεν έχω καμμιά αμφιβολία.

Τα μέτριου εύρους έρευνας

Σε αντίθεση με τους Άγγλους συγγενείς τους οι ηπειρωτικές φυλές (κούρτσχααρ, ντράχτχααρ, επανιέλ μπρετόν) είναι σκυλιά μετρίου εύρους έρευνας και νοουμένου ότι είναι κατάλληλα εκπαιδευμένα και ελεγχόμενα, δίνουν περισσότερες ευκαιρίες κάρπωσης στον κυνηγό, αφού και αν ακόμα τα πουλιά δεν μείνουν στην φέρμα η απόσταση μεταξύ κυνηγού και σκύλου επιτρέπει την ντουφεκιά.

Εξετάζοντας τις φυλές αυτές ξεχωριστά θα έλεγα ότι τα ντράχτχααρ και τα επανιέλ μπρετόν έχουν παρόμοια πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα με το σέττερ που σχετίζονται με το τρίχωμα τους. Ίσως γι’ αυτό δεν είναι τόσο διαδεδομένα παρόλο που το επανιέλ μπρετόν έχει τα τελευταία χρόνια αποκτήσει αρκετούς οπαδούς.

Το κούρτσχααρ

Το κούρτσχααρ από την άλλη με το κοντό του τρίχωμα δεν έχει αυτά τα “προβλήματα”. Είναι σκυλί δυνατό που παρά το λεπτό του τρίχωμα δεν φοβάται το πυκνό, αντέχει τις ψηλές θερμοκρασίες και νοουμένου ότι είναι επαρκώς προπονημένο, κυνηγά ολόκληρη τη μέρα χωρίς να δείχνει σημεία κόπωσης.

Σαν χαρακτήρα το βρίσκω περισσότερο συνεργάσιμο (ειδικά τα θηλυκά) από το πόιντερ και ευκολότερο στον χειρισμό για τον μέσο κυνηγό/κυναγωγό . Όσοι από εσάς έχετε διαβάσει το βιβλίο μου “Κυνηγώντας στις τέσσερεις άκρες της γης”’ γνωρίζετε ότι το κούρτσχααρ είναι η προτίμησή μου και ότι κυνηγώ με αυτήν τη φυλή για 20 τόσα χρόνια. Πρόθεση μου είναι να συνεχίσω για όσο η επιλογή μου είναι να κυνηγώ με σκυλιά φέρμας.

Ακολουθήστε το kynigesia.gr στο Google News.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ο δρόμος για τ’ αμπέλια…

Ήταν μακρύς ο δρόμος για τ’ αμπέλια, αλλά ήξερε ακριβώς για πού τραβούσε. Εκεί που τέλειωναν τα τελευταία σπίτια έπρεπε να πάρει το μονοπάτι...
spot_img

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ