spot_img
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
spot_img
ΑρχικήΚυνοφιλίαΤο ιδανικό εύρος έρευνας στο κυνήγι

Το ιδανικό εύρος έρευνας στο κυνήγι

|

Ένα από τα πλέον πολυσυζητημένα και ίσως παρεξηγημένα ζητήματα που απασχολούν τους κυνόφιλους κυνηγούς, είναι η ιδανική απόσταση που πρέπει να ερευνά ένας σκύλος φέρμας πέριξ του κυνηγού. Πρωταθλητές σε αυτή την συζήτηση, οι λάτρεις των αγγλικών φυλών.

Σχεδόν εμμονικά, η πεμπτουσία της κυνηγετικής αξίας και ικανότητας του σκύλου,  καθορίζεται από το εύρος της έρευνας του. Κυρίαρχο μότο, ‘όσο πιο ανοιχτό τόσο πιο καλό’. Μία από τις βασικές υπερβολές που οδήγησαν το πόιντερ σε δραματική μείωση στις προτιμήσεις των κυνηγών, ενώ έντονα τέτοια  σημάδια έχουν αρχίσει να εμφανίζουν και αρκετά σέττερ.

Οι θιασώτες αυτής της φιλοσοφίας προβάλουν ως κυρίαρχο επιχείρημα ότι ένας σκύλος που ανοίγεται πολύ, θα δώσει στον κυνηγό την δυνατότητα να βρει κάποια θηράματα που δεν θα συναντούσε ποτέ, εάν ο σκύλος δεν έκανε αυτή την υπερβολή στην έρευνα του. Το επιχείρημα πολύ σωστό στον πυρήνα του και απολύτως λογικό. Υπάρχει όμως ένα δομικό λάθος σε αυτό το συλλογισμό. Δεν υπολογίζει  τα προσπεράσματα θηραμάτων που κάνει ένας σκύλος με ακραία ανοιχτή έρευνα. Οι περισσότεροι κυνηγοί πιστεύουν (ή τουλάχιστον έτσι ισχυρίζονται) ότι το δικό τους υπέρ-ανοιχτό σκυλί δεν αφήνει πίσω του τίποτα. Μύθος ή πραγματικότητα;

Σίγουρα μία κολοσσιαία αυταπάτη. Ο κατεξοχήν ακραίος τύπος αγώνα όπου δοκιμάζονται σκύλοι με τεράστια νοοτροπία είναι η Μεγάλη Έρευνα. Με βάση την περιγραφή αυτού του τύπου αγώνα, ένας σκύλος οφείλει να ψάχνει περίπου 250 μέτρα δεξιά και αριστερά του κυναγωγού. Αυτό δημιουργεί μία ζώνη έρευνας περίπου 500 μέτρων. Τεράστια ακόμα και σε συνθήκες κάμπου. Όσοι έχουν γευτεί την εμπειρία, γνωρίζουν το πόσο δύσκολο γίνεται πολλές φορές να σερβιριστεί έστω και ένας πόντος (ένας εντοπισμός) στην διάρκεια των λίγων λεπτών του αγώνα. Είναι σαφές το πόσο δυσκολότερο γίνεται σε ένας ορεινό τοπίο και με 4-5 εντοπισμούς που μπορεί να συμβούν σε ένα ολοήμερο κυνήγι.  Βέβαια οι περισσότεροι θα ισχυριστούν ότι είναι πανέτοιμοι να τρέξουν όσες φορές απαιτηθεί, αρκεί ο σκύλος να φερμάρει. Έστω και έτσι το κυνήγι μετατρέπεται σε έναν αγώνα δρόμου.

Προφανώς υπάρχουν κάποια αγωνόσκυλα που ξεπερνάν (ίσως και κατά πολύ) αυτό το όριο των 250 μέτρων, συνήθως είναι λίγα και σπανίως είναι τα αποδοτικότερα.  Έτσι γίνεται σαφές ότι ένας σκύλος που απομακρύνεται 500 ή 1000 μέτρα από τον κυναγωγό του, συνήθως αποτελεί μειονέκτημα και όχι πλεονέκτημα. Αυτό γιατί συμβαίνει; Παρατηρώντας την συμπεριφορά αυτών των σκύλων ανάλογα με την εποχή που αγωνίζονται, βγαίνουν πολύτιμα συμπεράσματα για την φιλοσοφία των μεγάλων αποστάσεων. Έτσι όταν γίνονται φθινοπωρινοί αγώνες οι σκύλοι αναζητούν κοπάδια πεδινών (μεγάλοι στόχοι). Εάν τα τερέν είναι απέραντοι καλαμιώνες, τότε αυτοί οι σκύλοι διατηρούν αυτό το εύρος έρευνας και τα βάθη τους συνήθως είναι από 50-80 μέτρα. Οι ιδανικές συνθήκες του τερέν (μονοκαλλιέργεια) και του θηράματος (κοπάδια), επιτρέπουν στους σκύλους να λαμβάνουν μεγάλα ρίσκα στην έρευνα τους, χωρίς να κινδυνεύουν να προσπεράσουν ένα κοπάδι στο τερέν που ερευνούν.

Όταν οι ίδιοι σκύλοι διαγωνίζονται στα ίδια χωράφια στους ανοιξιάτικους αγώνες σε ζευγάρια πεδινών (μικροί στόχοι), τότε παρότι μπορεί να διατηρούν το ίδιο εύρος στην έρευνα τους, είναι υποχρεωμένοι ή εξαναγκάζονται να μειώσουν τα βάθη στην έρευνα τους. Τώρα ψάχνουν με βάθη από 20-40 μέτρα. Το γεγονός ότι μειώθηκε το μέγεθος του αναζητούμενου στόχου, τους υποχρεώνει (σκύλους και κυναγωγούς) να κάνουν μία πιο μεθοδική έρευνα, παρότι αναζητούν πάλι πεδινές πέρδικες στα ίδια ακριβώς χωράφια.

Όταν οι ανοιξιάτικοι αγώνες σε ζευγάρια πεδινών μεταφερθούν στην Σερβία όπου υπάρχουν πολλές μικρές και μικτές καλλιέργειες μεταξύ των οποίων παρεμβάλλονται πολλά χέρσα, αλσύλλια, κανάλια και πλήθος άλλων εμποδίων, τότε ο ίδιος ακραίος σκύλος περιορίζει τόσο το εύρος όσο και το βάθος της έρευνας του. Αυξάνει ακόμα περισσότερο την μεθοδικότητα του. Γίνεται λοιπόν σαφές ότι όσο αυξάνει η πολυπλοκότητα του τερέν και όσο μικραίνει ο αναζητούμενος στόχος, τόσο επιβάλλεται να αυξηθεί η μεθοδικότητα της έρευνας. Αν όλο αυτό αναχθεί στις συνθήκες του πραγματικού κυνηγίου, θα γίνει πολύ γρήγορα κατανοητό ότι εκεί ο σκύλος αντιμετωπίζει ένα απολύτως χαοτικό περιβάλλον και συνήθως αναζητά εξαιρετικά μικρούς στόχους (ορτύκι, μπεκάτσα, πέρδικα). Εξαίρεση αποτελούν τα κοπάδια των ορεινών. Τηρουμένων των αναλογιών η ιδανική έρευνα σε αυτές τις συνθήκες τερέν και θηράματος, επιβάλλουν μία σαφώς στενότερης και πολύ μεθοδικότερης έρευνας.

 

Και το πουλί που βρίσκεται 300 ή 400 μέτρα μακριά; Ένας υπερβολικά ανοιχτός σκύλος μπορεί να το έβρισκε. Το επιχείρημα παραμένει. Το επιχείρημα παραμένει ζωντανό όσο δεν δίνεται απάντηση στο πόσος είναι ο πραγματικός τόπος που ερευνά ένας σκύλος στην διάρκεια ενός ημερήσιου κυνηγιού. Όλοι οι σκύλοι σαρώνουν μία επιφάνεια που αντιστοιχεί στα χιλιόμετρα που διάνυσαν (μήκος) με το εύρος της μύτης τους (πλάτος). Εύρος μύτης ορίζεται η μέγιστη απόσταση που μπορεί η μύτη του σκύλου να αντιληφθεί την παρουσία ενός θηράματος. Έτσι δύο σκύλοι με παρόμοια οσφρητική ικανότητα (π.χ. 15 μέτρα) που στο τέλος της ημέρας διάνυσαν τα ίδια χιλιόμετρα (π.χ. 40 χιλ.) στην πραγματικότητα έψαξαν σχεδόν την ίδια επιφάνεια (600 στρέμματα) ανεξάρτητα με τον τρόπο που κινήθηκαν. Είτε έκαναν μία έρευνα 150 μέτρων πέριξ του κυνηγού, είτε 1000 μέτρων, στην πραγματικότητα σάρωσαν ακριβώς την ίδια επιφάνεια. Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι είναι διαφορετικό η πραγματική επιφάνεια έρευνας από την επιφάνεια έρευνας. Έτσι παρότι ο ανοιχτότερος σκύλος έχει μία πολύ μεγαλύτερη φαινόμενη επιφάνεια έρευνας, στην πραγματικότητα και οι δύο παραπάνω σκύλοι έψαξαν ακριβώς την ίδια ‘πραγματική’ επιφάνεια, έχοντας την δυνατότητα να πετύχουν τους ίδιους  εντοπισμούς. Στην ουσία πρόκειται για μία απλή αυταπάτη.

Αυτό σημαίνει ότι για κάθε ακραίο εντοπισμό, στατιστικά λαμβάνει χώρα αντίστοιχα ένα κοντινό ή μεσαίο προσπέρασμα. Είναι βέβαιο ότι πολύ συνάδερφοι θα το αμφισβητήσουν αυτό. Ο μόνος τρόπος να αποφύγει το προσπέρασμα ενός θηράματος ένας υπερβολικά ανοιχτός σκύλος, είναι μόνο όταν κατορθώνει να διατηρεί μία εξαιρετική μεθοδικότητα, παρά τα πολλά μέτρα που απομακρύνεται από τον κυνηγό. Αυτό για να συμβεί από μόνο του είναι εντελώς αδύνατο. Μόνο με πολύ και σκληρή δουλειά από τον κυνηγό κάτι τέτοιο μπορεί να βελτιωθεί και μόνο μετά από αρκετά χρόνια. Δυστυχώς το ανάγλυφο τερέν του βουνού ή του δάσους, καθιστά αδύνατη την αποφυγή κενών στην έρευνα  τέτοιων σκύλων.

Είναι βέβαιο ότι πολλοί εξακολουθείτε να θεωρείτε λάθος τον παραπάνω συλλογισμό. Οι πλέον δύσπιστοι δεν έχετε παρά να φέρετε στο μυαλό σας όλα τα πουλιά που εντόπισε ο σκύλος του φίλου σας, παρότι ήταν πολύ πιο κοντινός. Όλα τα πουλιά που ξεπετάχτηκαν από τα πόδια σας. Όλα τα πουλιά που παρότι διέφυγαν αρχικά, στάθηκε αδύνατο να τα ξαναβρείτε. Όλα τα πουλιά που παρότι είδατε που έκατσαν, παρέμειναν άφαντα. Όλες αυτές οι περιπτώσεις είναι κλασσικές περιπτώσεις προσπεράσματος. Προφανώς προσπεράσματα μπορεί να συμβούν και από σκύλους σαφώς πιο κοντινούς. Αυτό εξαρτάται και από άλλες παραμέτρους πέραν της μεθόδου. Όμως σε κάθε περίπτωση η μεθοδικότητα στην έρευνα είναι καθοριστική στην ελαχιστοποίηση αυτού του φαινομένου και παραδοσιακά ένας πιο κοντiνός σκύλος είναι κατά κανόνα μεθοδικότερος.

Πολλοί θα αναρωτηθούν, τότε τι χρειάζονται οι αγώνες Μεγάλης Έρευνας; Καλό ερώτημα αλλά θα αναλυθεί σε επόμενο άρθρο. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι λιγότερο ανοιχτοί σκύλοι διαγωνίζονται στην Έρευνα Κυνηγίου και στο Πρακτικό Κυνήγι και αυτό από μόνο του δίνει μία αποστομωτική απάντηση. Είναι ξεκάθαρο ότι η εικόνα ενός σκύλου που ακαταπόνητα βομβαρδίζει το βουνό ασκεί μία τεράστια γοητεία, κυρίως στους θιασώτες των Αγγλικών φυλών. Όμως δεν θα πρέπει να συγχέεται αυτό που ‘αρέσει’ με αυτό που είναι αποδοτικότερο. Δυστυχώς οι φαντασιώσεις τροφοδότησαν καταστροφικές υπερβολές. Η εμπειρία έχει δείξει ότι η μέθοδος είναι κορυφαία παράμετρος στην επίτευξη του κορυφαίου αποτελέσματος. Το ερώτημα του ιδανικού εύρους παραμένει. Η καλύτερη απάντηση είναι αυτή που διατυπώθηκε πριν από πολλές δεκαετίες. Ο σκύλος οφείλει να απομακρύνεται από τον κυνηγό τόσο όσο είναι η ελάχιστη απόσταση που χωρίζει το θήραμα από τον κυνηγό. Και εάν αυτό είναι τα 300 ή τα 400 μέτρα τότε οφείλει ένας σπουδαίος σκύλος να πάει εκεί και να το εντοπίσει. Με την προϋπόθεση ότι δεν έχει αφήσει κάποιο άλλο στα 50 μέτρα από τον κυνηγό. Θα ήταν τραγικό και ανούσιο.

Ακολουθήστε το kynigesia.gr στο Google News.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Αρκούδα αρπάζει πρόβατο από μαντρί – Βίντεο

Αρκούδα αρπάζει πρόβατο από μαντρί Αρκούδα εισβάλλει στην αυλή ενός σπιτιού σε χωριό της Ρουμανίας - Τα πρόβατα προσπαθούν να προστατεύσουν τα αρνιά τους από...
spot_img

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ