spot_img
Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024
spot_img
ΑρχικήΚαθαρόαιμοι σκύλοι: Τα προτερήματα

Καθαρόαιμοι σκύλοι: Τα προτερήματα

|

Καθαρόαιμοι σκύλοι: Τα προτερήματα
Στην πλειοψηφία των κυνηγών φτερωτού θηράματος έχει γίνει πια συνείδηση πως μόνο η καθαρόαιμη αναπαραγωγή μπορεί να εγγυηθεί την βελτίωση των φυλών. Οι κυνηγοί τριχωτού θηράματος, τώρα αρχίζουν να αποκτούν σιγά – σιγά αυτήν την νοοτροπία. Και στις δύο περιπτώσεις όμως πρέπει να ξέρει κανείς, όχι μόνο για ποιο πράγμα μιλάει, αλλά και τι να περιμένει.
Η δημιουργία των φυλών
Ανέκαθεν ο άνθρωπος με τις παρεμβάσεις του στο περιβάλλον, το διαμόρφωνε σύμφωνα με τις ανάγκες του. Τα ζώα δεν αποτέλεσαν εξαίρεση, αφού άλλωστε ήταν και ακόμα είναι απαραίτητα για την διαβίωσή του. Η περίπτωση του σκύλου ήταν μια πρόκληση γιατί το συγκεκριμένο ζώο μπορούσε να είναι πολλαπλά χρήσιμο σαν φύλακας, ως ποιμένας, ως σύντροφος και φυσικά ως κυνηγός. Η αξιοποίηση της τελευταίας αυτής ιδιότητας, από διαφορετικούς ανθρώπους, σε διαφορετικούς βιότοπους, οδήγησε σιγά – σιγά, στην δημιουργία φυλών.
Μετά από προσεκτική παρατήρηση των επιμέρους ικανοτήτων κάθε σκύλου, αλλά με κριτήριο τις ιδιαίτερες ανάγκες στο κυνήγι της κάθε περιοχής, μέσα από επιλεκτικές συνεχείς διασταυρώσεις, στο πέρασμα των αιώνων, διαμορφώθηκαν μεγάλοι πληθυσμοί σκύλων που είχαν κοινά χαρακτηριστικά στην εμφάνιση (μορφολογικά) και στην εργασία. Αυτός ο … «καινούργιος» σκύλος ήταν καλύτερα προσαρμοσμένος στην μορφολογία της περιοχής και κυνηγούσε πολύ καλύτερα σε σχέση με τον «παλιό».
Η πορεία αυτή ούτε εύκολη ήταν, ούτε γρήγορη. Βασιζόταν στην παρατήρηση και τα κριτήρια ήταν εμπειρικά. Κανένας για παράδειγμα δεν ξύπνησε μια μέρα και είπε: «πρέπει να βρω τρόπο για να φτιάξω έναν σκύλο με ύψος ακρωμίου τόσο, γωνία κλίσης μηρών τόση κλπ».
Οι πρώτες παρατηρήσεις βασίζονταν στην τύχη, ή μάλλον σωστότερα στις τυχαίες διασταυρώσεις εκείνων των πρώτων σκύλων (οι οποίοι ένας θεός ξέρει πώς πραγματικά ήταν, αλλά μπορούμε να υποθέσουμε πως «έμοιαζαν» με λύκο ή τσακάλι). Κάποιος λοιπόν πιο παρατηρητικός από τους υπόλοιπους της κυνηγετικής ομάδας, παρατήρησε ότι τα προϊόντα, δύο συγκεκριμένων σκύλων είχαν π.χ. μια κάποια μεγαλύτερη ευχέρεια να εντοπίσουν την οσμή των θηραμάτων. Στην αρχή θα το απέδωσε στην τύχη ή σε κάποια εύνοια των θεών, ειδικά αν οι απόγονοι των προικισμένων αυτών σκύλων δεν ήταν της αυτής αξίας.
Μια ανάλογη παρατήρηση κάνουν και σήμερα πολλοί λαγοκυνηγοί, οι οποίοι διασταυρώνουν ό,τι τύχει και όταν πάρουν ένα καλό σκύλο, λένε «στάθηκα τυχερός». Εκεί όμως στα βάθη της αρχαιότητας, στις παρυφές της ιστορίας, η σωστή παρατήρηση και η οξεία αντίληψη, σήμαιναν συχνά την διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου. Σιγά – σιγά, από γενιά σε γενιά, ή και πιο αργά οι παρατηρήσεις αυτές συσσωματώθηκαν σε μια νέα, νεφελώδη και ακαθόριστη γνώση.
Σε αυτό βοήθησε και η αυτοπαρατήρηση: και στους ανθρώπους τα χαρακτηριστικά με κάποιο «μαγικό» τρόπο μεταδίδονταν από γενιά σε γενιά. Το ίδιο μάλιστα συνέβαινε και στα παραγωγικά ζώα: πρόβατα, κατσίκια, αγελάδες, άλογα. Υπήρχε άραγε τρόπος, να τιθασεύσουμε, όπως τη φωτιά, αυτήν την ροή χαρακτηριστικών από τους προγόνους στους απογόνους; Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με ακρίβεια ποιος ή πότε ή πού, έγινε η πρώτη σχεδιασμένη διασταύρωση. Ούτε καν ποιο ζώο αφορούσε.
Το βέβαιο είναι ότι κάποιοι σκέφτηκαν πιο παραγωγικά και είπαν «αφού το τάδε χαρακτηριστικό μας βοηθάει στο κυνήγι, ας διασταυρώσουμε μόνο τους σκύλους που το έχουν». Ακόμα και έτσι το ποθητό αποτέλεσμα, που σήμερα το ονομάζουμε σταθεροποίηση γονότυπου, δεν ήλθε εύκολα, ή εξέλιξη όμως επισπεύτηκε προφανώς σημαντικά. Ότι έγινε με αυτό το πρώτο χαρακτηριστικό, έγινε (σιγά – σιγά πάντα), και με πολλά άλλα τα οποία από ένα σημείο και μετά συγκληρονομούνταν όταν διασταυρώνονταν μεταξύ τους ζώα που τα είχαν και αλλοιώνονταν όταν διασταυρωνόταν ένα ζώο που τα είχε με ένα ζώο που δεν τα είχε. Πολύ περισσότερο όμως τα ζώα που είχαν τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά είχαν και διαφορετική εμφάνιση αλλά και κυνηγούσαν διαφορετικά από τα άλλα.
Έτσι φτάνουμε στην κλασσική αρχαιότητα (και λίγο νωρίτερα) όπου από τα αρχαιολογικά ευρήματα γνωρίζουμε μετά βεβαιότητας ότι είχαν σχηματιστεί ήδη φυλές κυνηγετικών σκύλων, με τον Κρητικό Ιχνηλάτη ένα λαμπρό παράδειγμα. Από εκεί και μετά, τα βήματα του πολιτισμού επιταχύνονται, ο ορθός λόγος κυριαρχεί όλο και περισσότερο και τιθασεύει την εμπειρία. Από αυτές τις πρώτες φυλές, στην διάρκεια του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης διαμορφώνονται περισσότερες και έτσι φτάνουμε στον 16ο αιώνα και στον 17ο αιώνα, με τους πρώτους καταγεγραμμένους γενεαλογικούς χάρτες, πιο ασαφείς και πιο υποτυπώδεις σε σχέση με τους σύγχρονους. Η μετέπειτα εξέλιξη είναι γνωστή.
Αν πρέπει η ιστορία να έχει ένα ηθικό δίδαγμα, τότε η ιστορία της διαμόρφωσης των φυλών και μάλιστα των κυνηγετικών, θα πρέπει να μας διδάξει ότι τα ζώα που σήμερα έχουμε στα χέρια μας, οφείλουμε να τα μεταχειριζόμαστε με ιδιαίτερο σεβασμό γιατί είναι το τελικό αποτέλεσμα της δουλειάς, της ελπίδας, της απογοήτευσης, της εξυπνάδας, της παρατηρητικότητας και του ιδρώτα εκατομμυρίων συνανθρώπων μας.
Καθαρόαιμοι σκύλοι: Οι φυλές σήμερα – η σύγχρονη θεώρηση
Το Setter, το Pointer, το Βeagle, ο ελληνικός ιχνηλάτης και πολλές ακόμα κυνηγετικές φυλές που έχουμε σήμερα στα χέρια μας, δεν υπήρχαν από γενέσεως κόσμου, όπως είδαμε αλλά διαμορφώθηκαν προοδευτικά.
Η σύγχρονη μορφή τους με τα πολυθρύλητα κυνηγετικά τους προσόντα ολοκληρώθηκε χάρη στην σκληρή δουλειά και την βαθιά γνώση των μεγάλων της κυνοφιλίας ή χάρη στην εμμονή στην παράδοση λαών όπως ο ελληνικός που έστω και με δυσκολία κατάφερε να διασώσει τον ιχνηλάτη του. Ζούμε όμως στον αιώνα της βιολογίας, που με την αλματώδη πρόοδο της Γενετικής, λέξεις όπως DNA, γονίδιο και γραμμή αίματος έχουν περάσει και στο καθημερινό λεξιλόγιο των κυνοφίλων.
Σήμερα γνωρίζουμε καλά πως κάθε χαρακτηριστικό αντιστοιχεί σε ένα ή περισσότερα γονίδια, τα οποία βρίσκονται στα κύτταρα που αποτελούν το σώμα του σκύλου. Η έκφραση των γονιδίων αυτών, όπως διαμορφώνεται από τους παράγοντες του περιβάλλοντος (διατροφή, ασθένειες, εκπαίδευση κλπ) μας δίνει την εικόνα του σκύλου μας.
Η σχέση των διαφορετικών γονιδίων που ελέγχουν ένα χαρακτηριστικό είναι εξαιρετικά πολύπλοκη. Κάθε σκύλος κληρονομεί ίσο αριθμό γονιδίων από τους δύο γονείς του, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως τα γονίδια αυτά είναι ισοδύναμα μεταξύ τους. Είναι δηλαδή πιθανό, τα γονίδια π.χ. του πατέρα να κυριαρχούν πάνω στα γονίδια της μητέρας ως προς το ύψος ακρωμίου ή το χρώμα του τριχώματος. Αυτό σημαίνει πως το προϊόν αυτής της διασταύρωσης θα πάρει το ύψος του πατέρα ή το χρώμα του τριχώματός του. Σε αυτές τις περιπτώσεις που είναι πολύ συχνές, μιλάμε για «κυριαρχία» και για «υποτέλεια» και τα γονίδια που εκδηλώνονται τα ονομάζουμε «κυρίαρχα» και τα άλλα
υποτελή» αντίστοιχα.
Όταν τα γονίδια των δύο γονέων … «συμφωνούν» για ένα χαρακτηριστικό, τότε μιλάμε για ομοζύγωτο ζώο ή ομοζυγώτη. Όταν αυτά … «διαφωνούν» (το ένα λέει άσπρο χρώμα και το άλλο μαύρο) τότε μιλάμε για ετεροζύγωτο ζώο ή ετεροζυγώτη. Σε αυτή την τελευταία περίπτωση είναι προφανές ότι είτε επικρατεί το κυρίαρχο γονίδιο, είτε αν είναι μεταξύ τους ισοδύναμα (ισότιμα) τα εμπλεκόμενα γονίδια, τότε αυτό που βλέπουμε είναι κάτι το «ενδιάμεσο».
Αν ζαλιστήκατε μέχρι εδώ, σκεφτείτε τι γίνεται στην πραγματικότητα που ένα χαρακτηριστικό μπορεί να ελέγχεται από πολλά γονίδια. Πόσο αφάνταστα πολύπλοκο είναι να αναλυθεί ένα τέτοιο χαρακτηριστικό. Σε κάθε περίπτωση, όταν αναφερόμαστε σε έναν σκύλο, υπάρχει αυτό που βλέπουμε, αυτό που φαίνεται δηλαδή ο φαινότυπος, και αυτό που είναι «γραμμένο» στα γονίδιά του, ο γονότυπος.
Όπως είναι φυσικό ο φαινότυπος εξαρτάται από τον γονότυπο, αλλά πάλι ο φαινότυπος δεν μπορεί να μας αποκαλύψει την ακριβή σύνθεσή του γονότυπου. Ας σταθούμε λίγο σε αυτό γιατί είναι σημαντικό. Όταν βλέπουμε ένα ψηλό ζώο ή ένα μαύρου τριχώματος ζώο, βλέπουμε τον φαινότυπο και ξέρουμε ότι αυτό που βλέπουμε οφείλεται «με κάποιο τρόπο» στα γονίδιά του. Δεν μπορούμε όμως να γνωρίζουμε αν όλα τα γονίδια που ελέγχουν το χρώμα «γράφουν» ψηλό ή όλα τα γονίδια που ελέγχουν το ύψος «γράφουν» μαύρο. Μπορεί να συμβαίνει και κάτι τέτοιο ή μπορεί τα γονίδια του ενός από τους δύο γονείς να κυριαρχούν πάνω στα γονίδια του άλλου και μόνο αυτά να εκφράζονται.
Ένα ερώτημα που τίθεται είναι: τα γονίδια που δεν εκφράζονται τι γίνονται; Εξαφανίζονται με κάποιον τρόπο; Η απάντηση είναι όχι.
Ο πατέρας της γενετικής, ο Γρηγόριος Μέντελ, συνέλαβε και διατύπωσε την αρχή της ανεξαρτησίας των γονιδίων, που ονομάζεται και αρχή της αθανασίας των γονιδίων, βάσει της οποίας, ένα γονίδιο άσχετα με το αν εκφράζεται ή όχι σε έναν φαινότυπο, εξακολουθεί να μεταβιβάζεται στις επόμενες γενιές.
Έτσι κάποια στιγμή, όταν μέσα από διαδοχικές διασταυρώσεις «συμπέσει» με ένα όμοιο του στο ίδιο ζώο, τότε θα εκδηλωθεί και στον φαινότυπο. Μεγαλείο και «χάος» ταυτόχρονα. Δέος για την άπειρη πολυπλοκότητα της φύσης αλλά και μεγάλος θαυμασμός, προς τους πάμπολλους εκείνους προγόνους μας που κατάφεραν να δαμάσουν όλο αυτό το χάος και να μας παραδώσουν τις φυλές όπως τις γνωρίζουμε σήμερα.
Γιατί τι περισσότερο είναι οι φυλές από κοινά γονίδια τα οποία, με κάποιες διαφοροποιήσεις και μέσα σε κάποια πλαίσια, κληρονομούνται από κοινού; Πόσο τρομακτικά δύσκολο ήταν, χωρίς ειδικευμένες γνώσεις, με μοναδικά όπλα ένα κοφτερό μάτι και ένα ακόμα πιο κοφτερό μυαλό, να ξεχωρίσει κάποιος από μια θάλασσα γονιδίων, αυτά που ήθελε και να τα βάλει σε μια δεξαμενή; Αυτή την λέξη δεν την χρησιμοποίησα τυχαία διότι σήμερα οι φυλές θεωρούνται ακριβώς αυτό: μια δεξαμενή γονιδίων (gene pool). Πρόκειται για ένα σύνολο γονιδίων η έκφραση των οποίων δίνει φαινότυπους μέσα σε αυστηρώς καθορισμένα όρια. Η επιφάνεια όμως αυτής της δεξαμενής δεν είναι ήρεμη. Αντίθετα μάλιστα, υπάρχουν αναταράξεις με πολύ συναρπαστικές συνέπειες.
Οι γραμμές αίματος
Αν παρομοιάσουμε λοιπόν τα γονίδια του είδους «σκύλος» με μια θάλασσα, τότε μπορούμε με την ίδια ευχέρεια να παρομοιάσουμε τα γονίδια μιας φυλής π.χ. του Pointer με μια δεξαμενή, ΟΧΙ ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΟΤΕΡΑ (που δεν είναι) ΑΛΛΑ ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΝΑΙ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΚΑΙ «ΜΑΖΕΜΕΝΑ».
Διαβάζοντας κάποιος το πρότυπο της συγκεκριμένης φυλής (όπως και οποιασδήποτε άλλης φυλής) διαπιστώνει ότι πρόκειται για έναν πολύ μακρύ και εξαντλητικό κατάλογο χαρακτηριστικών μορφολογίας και εργασίας, το άθροισμα των οποίων δίνει σε αυτή τη φυλή (όπως και σε κάθε φυλή) την μοναδικότητά της. Αυτό με άλλα λόγια σημαίνει πως ένας σκύλος που ανήκει στην φυλή Pointer έχει 1,2,3 … συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Ούτε ένα περισσότερο, ούτε ένα λιγότερο.
Αντίστροφα, αν δούμε έναν σκύλο ο οποίος έχει αυτά τα 1,2,3, .. συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τότε ναι, χωρίς δισταγμό μπορούμε με βεβαιότητα, να κατατάξουμε τον σκύλο αυτό στα Pointer. Το θέμα όμως δεν τελειώνει εδώ, αλλά αντίθετα εδώ αρχίζει, διότι όλοι έχουμε διαπιστώσει ότι όλα τα Pointer δεν είναι ίδια μεταξύ τους. Από Pointer σε Pointer υπάρχουν διαφορές στην μορφολογία, αλλά κυρίως στην εργασία. Γιατί να συμβαίνει αυτό; Γιατί για παράδειγμα η ΚΙΡΚΗ του κ.Πετρόχειλου «μάγεψε» όλη την Ευρώπη, ενώ το δικό μου σκυλί είναι επιεικώς μέτριο; Στο κάτω – κάτω μόλις συμφωνήσαμε ότι έχουν κοινά χαρακτηριστικά, αφού ανήκουν στην ίδια φυλή.
Η απάντηση δεν είναι ούτε απλή, ούτε προφανής και όσοι από εσάς είστε πιο μυημένοι στα της κυνοφιλίας θα καταλάβετε πως η έννοια – κλειδί είναι αυτή της γραμμής σήματος. Με απλά λόγια μπορούμε να πούμε ότι η γραμμή σήματος συγκεντρώνει τα καλύτερα γονίδια της δεξαμενής – φυλής σε ένα μοναδικό σύνολο, το οποίο μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά.
Πώς δημιουργήθηκαν οι γραμμές αυτές; Όπως περίπου δημιουργήθηκαν και οι φυλές. Με επιλεκτικές διασταυρώσεις των καλύτερων ατόμων. Με απόλυτο σεβασμό στα πρότυπα της κάθε φυλής, οι πρώτοι εκτροφείς επέλεξαν τα καλύτερα άτομα σύμφωνα με το ΟΡΑΜΑ του ο καθένας και ξεκίνησαν με αυτές τις επιλεκτικές διασταυρώσεις, μια κοπιώδη και δύσκολη πορεία, να φτιάξουν τον «ιδανικό» σκύλο. Να συγκεντρώσουν δηλαδή τον «αφρό» των γονιδίων της φυλής σε ένα άτομο. Πρόκειται για άθλο
Μιλάμε για μια αποστολή που απαιτεί γνώσεις, εμπειρία, φαντασία, τόλμη, κόπο, έξοδα, γερά νεύρα και ακόμα πιο γερό στομάχι. Πρέπει να ξέρεις ή μάλλον να έχεις ξεκαθαρίσει τι θέλεις να πετύχεις. Αυτό είναι το ύψιστο κριτήριο γιατί με βάση αυτό επιλέγεις γεννήτορες και κρατάς κουτάβια, μορφοποιώντας σιγά – σιγά το υλικό που έχεις στα χέρια σου, προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Είναι τόσο αυστηρή και απόλυτη αυτού του είδους η επιλογή που στην ουσία, οι γραμμές αίματος είναι μια …«υποφυλή», μια «φυλή μέσα στη φυλή».
Πραγματικά, η προσεκτική παρατήρηση σε έναν κυνοφιλικό αγώνα, αποκαλύπτει ότι π.χ. όλα τα Setter δεν είναι ίδια, αλλά αντίθετα ότι υπάρχουν εμφανείς διαφορές και στην μορφολογία αλλά κυρίως στην εργασία. Οι διαφορές στο στυλ έρευνας για παράδειγμα αποτυπώνονται στα σχόλια των κριτών και αν ανατρέξει κανείς στην ιστορία των αγώνων θα δει ότι σκύλοι με κοινές γονιδιακές καταβολές (με την ίδια γραμμή αίματος δηλαδή) παίρνουν παρόμοιες κριτικές. Δεν αναφέρομαι στο αποτέλεσμα των αγώνων, το οποίο τελικά σε κάποιο βαθμό εξαρτάται από την τύχη, αλλά στον τρόπο έρευνας, στην ταχύτητα του καλπασμού, στο στυλ καλπασμού, στο «μπλοκάρισμα» του θηράματος και στα υπόλοιπα ποιοτικά χαρακτηριστικά.
Ο κυνόφιλος ιδιοκτήτης που επιθυμεί να πάρει ένα προϊόν μιας τέτοιας γραμμής, οφείλει να γνωρίζει αυτές τις διαφοροποιήσεις για να ξέρει τι να περιμένει από το κουτάβι του όταν αυτό ενηλικιωθεί. Πολύ περισσότερο όμως θα πρέπει να γνωρίζει τις ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης γραμμής, όταν θα αποφασίσει την αναπαραγωγή. Αυτό το σημείο είναι πολύ λεπτό και δυστυχώς είναι ένα από τα «αγκάθια» της κυνοφιλίας. Όλες οι γραμμές αίματος, δεν είναι γονιδιακά «συμβατές» μεταξύ τους, γεγονός που σημαίνει ότι όλα τα «αίματα» δεν «ανακατεύονται», με τον ίδιο επιτυχή τρόπο.
΄Έτσι δύο ζώα, άριστα μορφολογικά και εργασιακά, αν χρησιμοποιηθούν ως γεννήτορες μπορεί να δώσουν μέτρια προϊόντα. Κάτι τέτοιο ακούγεται και φαίνεται παράδοξο, αλλά τα γονίδια έχουν τις «ιδιορρυθμίες» τους, τις οποίες προς το παρόν δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε πλήρως. Παρατηρείται π.χ. σε ορισμένα χαρακτηριστικά, το φαινόμενο της … «συγκληρονομισιμότητας», που σημαίνει ότι κληρονομούνται από κοινού, ενώ σε άλλα γονίδια ο συντελεστής αυτός είναι πολύ χαμηλός, που με τη σειρά του σημαίνει ότι αυτά εύκολα διαχωρίζονται στις επόμενες γενεές.
Όπως λοιπόν διασταυρώνοντας σκύλους, από διαφορετικές φυλές, αυτό που παίρνουμε δεν ανήκει σε καμία φυλή (ημίαιμο, ή κοινώς «μπάσταρδο»), έτσι όταν διασταυρώνουμε κάποιες γραμμές αίματος, αυτό που θα πάρουμε, ναι μεν είναι καθαρόαιμο αφού οι γονείς του ανήκουν στην ίδια φυλή, αλλά δεν θα ανήκει σε κάποια συγκεκριμένη γραμμή. Δύο πιθανότητες διανοίγονται. Το προϊόν να είναι μέτριο, αφού πολλά γονίδια θα έχουν διαχωριστεί ή το προϊόν να είναι εξαιρετικό, μέσα από έναν καινούριο συνδυασμό γονιδίων. Κάτι σαν ένα πείραμα δηλαδή.
Οι μεγάλοι της κυνοφιλίας, έχουν σχεδιάσει τέτοιες διασταυρώσεις, βασιζόμενοι όχι τόσο στην τύχη, αλλά στην βαθιά γνώση του γενεαλογικού χάρτη του κάθε γεννήτορα. Αντίθετα το να διασταυρώσω εγώ το σκύλο μου, ακόμα και αν είναι πρωταθλητής, με το δικό σας, με μοναδικό κριτήριο ότι είναι καλά κυνηγόσκυλα, θυμίζει περισσότερο τζόγο, παρά σοβαρή προσπάθεια για την βελτίωση της φυλής.
Το μέλλον
Το 1954, αποκαλύφθηκε η χημική δομή του γενετικού κώδικα. Από τότε οι εξελίξεις είναι συνεχείς και η Γενετική προοδεύει με αλματώδεις ρυθμούς. Είναι θέμα χρόνου η πλήρης αποκωδικοποίηση του γενετικού κώδικα του σκύλου.
Όταν θα συμβεί αυτό οι δυνατότητες μας θα μοιάζουν απίστευτες σε σχέση με τις σημερινές. Τότε θα μπορούμε να προγραμματίσουμε σε άλλη, πιο τεχνική βάση τις διασταυρώσεις και να προβλέψουμε με ικανοποιητική ακρίβεια το αποτέλεσμα. Το στοιχείο του ρίσκου, του «πειραματισμού», θα ελαχιστοποιηθεί στα όρια του στατιστικού σφάλματος. Η εκτροφή θα χάσει την παραδοσιακή ρομαντική της υπόσταση και η κατάσταση θα μοιάζει με αυτό που γίνεται στην φόρμουλα 1, όπου ικανότατοι οδηγοί πιλοτάρουν αυτοκίνητα, τα οποία άλλοι με πιο ειδικές γνώσεις σχεδιάζουν και κατασκευάζουν.
Τότε, όταν θα συμβούν αυτά, το εργαστήριο θα συμπληρώσει το δάσος και ο ειδικός γενετιστής θα δουλεύει δίπλα στον κυναγωγό, όπως ο Σουμάχερ ή ο Σένα μετέφεραν τις παρατηρήσεις τους στους μηχανικούς, ευθύνη των οποίων ήταν η βελτίωση του μοντέλου.
Για εμάς όμως δεν θα αλλάξει τίποτα. Το μεράκι του κυνηγού, η αγάπη για το σκύλο, ο ιδρώτας της εκπαίδευσης, η κατάκτηση των κορυφογραμμών, η περιπλάνηση στο δάσος και η πολυπόθητη συνάντηση με το θήραμα είναι και θα παραμείνουν οι αιώνιες σταθερές που ξεχωρίζουν εμάς τους κυνηγούς ως … «σινάφι».

Ακολουθήστε το kynigesia.gr στο Google News.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Καθαρόαιμα ή ημίαιμα για το κυνήγι του λαγού;

Καθαρόαιμα ή ημίαιμα για το κυνήγι του λαγού; Μια από τις πιο συχνές συζητήσεις ανάμεσα στις παρέες των λαγοκυνηγών είναι η σύγκριση των καθαρόαιμων με...
spot_img

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ