spot_img
Τρίτη, 16 Απριλίου, 2024
spot_img
ΑρχικήΚυνήγιΟι “γερακοφωλιές” που γέννησαν την αποκοτιά της ελευθερίας!

Οι “γερακοφωλιές” που γέννησαν την αποκοτιά της ελευθερίας!

|

Laky Pet Food
Laky Pet Food
Laky Pet Food
Laky Pet Food

 

Αφιέρωμα σε μια… επανάσταση

 

Η πραγματική αλήθεια για τα βουνά που μπόλιασαν τους Έλληνες

με την αποκοτιά της ελευθερίας, και έγιναν “μετερίζια”…

της εξέγερσης απέναντι σε μια αυτοκρατορία…

 

κείμενο ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΑΥΓΕΡΗΣ

 

Ο Πάνος ήταν “Ντρες”. Έτσι ήξερε τη ράτσα του, αυτή ήταν η ταυτότητά του. Από αιώνες η φατρία του κατοικούσε  σε εκείνη τη μικρή λωρίδα γης, που χώριζε την ορεινή Πελοπόννησο από την ήμερη θάλασσα του Ιονίου.

Πολεμιστές, κτηνοτρόφοι και αγρότες ήταν όλοι, παλιοί νομάδες, σπαράγματα του Βαλκανικού Μεσαίωνα. Μίλαγαν όλοι αρβανίτικα και ήταν χριστιανοί, όπως μαρτυρούσαν τα  πέτρινα εκκλησάκια των χωριών τους…

Ηπειρώτες στην καταγωγή, τους είχαν καλέσει αιώνες πριν ο Παλαιολόγος και ο Κατακουτζηνός, να κατοικήσουν το Μωριά, όταν ρήμαξε ο τόπος από το λιμό και τις επιδημίες.

Διάλεξαν ένα τόπο να τους θυμίζει την ηπειρώτικη γη: μία κοιλάδα, πολύ πράσινο, λίγο κάμπο, λίγο πλάι, ποτάμι στη μέση, με ήπιους χειμώνες και ζεστά καλοκαίρια, να μαλακώνει ο τόπος από την αύρα της θάλασσας.

 

H σύναξη των γερόντων

Τα νέα δεν ήταν καλά. Οι Οθωμανοί έπαιρναν το πάνω χέρι πάλι μετά την αποχώρηση των Ενετών. Ο Πάνος δεν ήξερε από πολιτική, ούτε και από κατακτητές. Δίμετρος, ατσάλινος , λιγομίλητος , κυκλοφορούσε πάντα αρματωμένος όπως και οι άλλοι Ντρέδες.

Ό κόσμος όλος ήταν η φαμίλια του, τα ζώα του, η σχέση του με τις άλλες φατρίες. Και περίμενε από τη σύναξη των γερόντων να αποφασίσει τι θα κάνουν…

Οι γερουσία μαζεύτηκε στο πυργόσπιτο της μεγαλύτερης φάρας. Οι βαριές αρβανίτικες φλοκάτες στρώθηκαν, και κάθε αρχηγός φαμίλιας πήρε τη θέση του.

Ούτε κρασί, ούτε ρακές, ούτε καφέδες άλλαξαν χέρια.

Ένα κομμάτι τυρί μόνο, σκληρό σαν τις πέτρες των βουνών, με ένα καρβέλι μπήκαν στη μέση, έτσι για ξεγέλασμα…

Τούτη ήταν μία σύναξη ασκητική, βαριά και συννεφιασμένη.

Ο παλιότερος μίλησε κοφτά και στεγνά:

–              “Θα πάμε εκεί που δεν πατάει το άτι. Όλη η δύναμη του Τούρκου είναι στη καβαλαρία. Θα αφήσουμε το κάμπο και τα ριζά, και θα πάμε ψηλά στα καλοκαιρινά βοσκοτόπια να ξαναχτίσουμε”.

 

Κούνησαν όλοι τα κεφάλια, γιατί κατάλαβαν το βάρος της απόφασης . Ενας ακόμα ξεριζωμός, μία ακόμα κίνηση επιβίωσης! Ο Πάνος δεν περίμενε.

Κυνηγός ήταν και το απέραντο βουνό το ήξερε καλά. Αρχαίος τόπος, τον σέβονταν και τον φοβούνταν.

Τα δάση του, από θαλερές βελανιδιές και αιωνόβια πουρνάρια,  ήταν γεμάτα κυνήγι. Αγριογούρουνα, ελάφια και λύκοι το κατοικούσαν…

Ο Πάνος ήθελε να προλάβει να φτιάξει μέρος για τη φαμελιά του. Πήρε το τουφέκι, τσακμακόπετρες, τρεις ριξιές μπαρούτι, το ρόπαλο από ξύλο αγριλιάς, τα σκυλιά του, ψωμί για μία βδομάδα, άλειψε τα γουρνοτσάρουχα με λίπος, και πήρε τον ανήφορο.

 

Στον καινούργιο τόπο…

Το βράδυ έφτασε στην κλεισμένη με πέτρες μικρή σπηλιά, εκεί που έμενε στα κυνήγια του. Έψαχνε ένα τόπο ασφαλισμένο και οχυρό, να έχει αγνάντιο, με λάκες ένα γύρω και λιβάδια κοντά.

Να έχει κοντά νερό, δάσος για ξύλα, διέξοδο για διαφυγή. Να μην είναι πολύ ψηλά και τους θερίζει το κρύο, αλλά ούτε και χαμηλά και τους τρώει η μύγα το καλοκαίρι.

Να έχει αέρα, αλλά και απάγγειο από τους καιρούς της θάλασσας, που χτύπαγαν άσχημα το τόπο με κεραυνούς.

Το πρωί τον ξύπνησαν οι πέρδικες. Έριξε τη φλοκάτη στους ώμους του και πήρε το πλάι του  βουνού, τραβώντας για την πλαγιά που είχε στο μυαλό του.

Πέρασε από τις κοφτές πλαγιές και έκοψε με το μάτι που θα χάραζε το μονοπάτι… Σε δύο – τρείς μεριές έχτισε ένα πρόχειρο πέρασμα από μεγάλες πέτρες.

Έφτασε κατά το μεσημέρι. Μόνο χνάρια από αγρίμια, συρμές από αγριογούρουνα έβγαιναν από το δάσος.

Πήγε σε ένα νεροφάγωμα και εξέτασε το χώμα. Γλίνα. Εκεί που το κοκκινόχωμα συναντούσε το γκρίζο, έσκαψε με την γκλίτσα και ο τόπος δάκρυσε νερό! Στο πλάι μια σάρα, θα του εξασφάλιζε πέτρες για την οικοδομή.

 

Η “έξοδος” των Ρωμιών στα βουνά

Διάλεξε το πιο απάγγειο, με πλάτη στο βοριά, κατέβασε μερικά κοτρώνια που τα έβαλε με κόπο να σχηματίζουν τις γωνιές. Πήγε στην μεγάλη βελανιδιά και σκάλισε το σήμα της πατριάς, αυτό που σημάδευε και τα αυτιά των κριαριών του.

Εκείνη την ώρα που διάλεγε τόπο μετεγκατάστασης, δεν μπορούσε να φανταστεί πως σηματοδοτούσε μία πραγματική “έξοδο” όλων των Ρωμιών προς τα βουνά. Μία έξοδο που θα άλλαζε οριστικά την όψη της χώρας, για τους αιώνες που θα ακολουθούσαν: τα δασωμένα βουνά θα γίνονταν πεζούλες, τα δάση θα καίγονταν,  θα χάνονταν τα μεγάλα αγρίμια από το Μοριά, θα έμεναν μόνο τα παλιά τοπωνύμια…

 

Η νέα τους ζωή…

Στον Μοριά, η εύφορη καμπίσια γη καταγράφηκε μέχρι το τελευταίο δέντρο και μοιράστηκε σε Τούρκους μπέηδες. Μία γιγάντια επιχείρηση αποικισμού στήθηκε, και μαζί μία απελπισμένη  έξοδος των Ρωμιών για τις “γερακοφωλιές” των βουνών.

Ο Πάνος είχε προλάβει τον “καλό” τον τόπο. Ανέβασε όλη τη φαμίλια του στη Λάκα και έπιασε δουλειά. Άνοιξε πηγάδι, έκοψε γερά αγριόξυλα για τα πατερά, και άρχισε να χτίζει το πυργόσπιτο: καθόλου παράθυρα, μόνο πολεμίστρες, τοίχοι φαρδείς από αγκωνάρια και η είσοδος στην πίσω μεριά, κοντά στην πλαγιά.

Μόλις έπιασαν οι πρώτες ζέστες έπιασε το εργαλείο που ήξερε καλύτερα. Τη φωτιά! Έκαψε τα μεγάλα δένδρα από τη ρίζα, και κράτησε μόνο δύο σταλίστρες. Έκαψε το δάσος με τα πουρνάρια ξανά και ξανά και ξανά…

Μέχρι το καλοκαίρι ο τόπος είχε αλλάξει. Από τις γύρω κορφές και τις λάκκες, υψώνονταν ίδιοι καπνοί από τις φωτιές που έβαζαν άλλοι.

Η “έξοδος” έφερε και γκρίνιες και τσακωμούς στις φάρες… Κάνα – δύο θερμόαιμοι πιαστήκανε στα χέρια και άλλοι τόσοι σκοτωθήκανε. Τι ήταν μια ζωή μπροστά στην επιβίωση της φατρίας;

Παιδιά γεννάγανε, παιδιά ζούσανε , παιδιά πεθαίνανε, αρκεί στο τελικό νούμερο να βγαίνανε περισσότερα από του γείτονα, που σε απειλούσε με τα δικά του!

Τα νέα από τα κατώμερα δεν ήταν καλά: η νέα οθωμανική διοίκηση έχτιζε κονάκια δίπατα, έφερε σπαχήδες καβαλαραίους για την αστυνόμευση, χαρατσήδες για τους φόρους, ενώ οι φήμες για παιδομάζωμα έδιναν και έπαιρναν.

Ο Πάνος πήγαινε για κυνήγι, έκοβε και έκαιγε το δάσος, έχτιζε πεζούλες… Η φαμίλια του αβγάταινε και μαζί και τα στόματα που είχε να ταΐσει. Στις μέρες της σχόλης… οργάνωνε κλεψιές στα κατώμερα, για να αυγατίσει το κοπάδι του.

Κανείς δεν τολμούσε να πάρει το μονοπάτι που οδηγούσε ψηλά. Κανείς καβαλάρης δεν μπορούσε να ανεβεί ανάμεσα στις σάρες, ούτε πεζοπόρος τολμούσε να ανεβεί από τις βίγλες που ειδοποιούσαν πως ξένος πάει να “μπει” στον τόπο.

Παίρνανε λίγο μπαρούτι, κλεμμένο από τον δημητσανίτικο μύλο, αγόραζαν και κανένα “τφεκ” με τομάρια και τυρί, από τα λαθραία που έβγαζαν στα παράλια τα ιταλικά καράβια. Αυτές ήταν όλες τους οι προμήθειες από τον έξω κόσμο!

Σε λίγα μόλις χρόνια η μορφή του βουνού άλλαξε: τα αγριογούρουνα χάθηκαν, οι πέρδικες και οι λαγοί πλήθυναν από τον καρπό, τα ελάφια (που ακόμα βρίσκονταν που και που), χάθηκαν και αυτά.

 

Το τελευταίο καπρί

Σε μία καλοκαιρινή φεγγαράδα ο Πάνος έκανε νυχτερινό καρτέρι για γουρούνια. Κατέβαιναν σπάνια, πια, από τα βορεινά, για να πέσουν στα σιτάρια λίγο πριν τα θερίσουν. Ένα καπρί γέρικο, γκριζαρισμένο από τα χρόνια, βγήκε στη λάκα. Κροτάλισε λίγο τα δόντια του, τον μύρισε, και στάθηκε μακρύτερα από… τα δέκα μέτρα, που η μολυβένια μπάλα του θα μπορούσε να το γονατίσει.

Ο Πάνος κρατήθηκε, δεν έριξε. Θα το περίμενε και το άλλο βράδυ… Το καπρί δεν ξαναπέρασε ποτέ! Λένε πως ήταν το τελευταίο του τόπου, και από τότε δεν ξαναφάνηκε αγριόχοιρος στα βουνά των Ντρέδων.

Τα δάση είχαν, πια, χαθεί, πέτρινα αλώνια, μάντρες και πεζούλες χάραζαν τις λάκκες, και γίδια έβοσκαν εκεί που κάποτε βοσκούσαν τα αγρίμια.

Περάσανε χρόνια και χρόνια, επαναστάσεις, πόλεμοι,  αίμα πολύ, οι Ντρέδες ξεχάστηκαν (και ας κράταγαν από τη ράτσα των Ντρέδων ο Κολοκοτρώνης και ο Πλαπούτας).

Οι άνθρωποι νιώσανε ασφάλεια και ξαναγυρίσανε στα κατώμερα, όπως και τα αγριογούρουνα στο Μοριά! 

 

Με την τσάπα και τη φωτιά

Εκεί πάνω στη μεγάλη λάκα, με τα πολλά σκαψίματα από τα γουρούνια, στέκει ακόμα  ένα ερείπιο από το παλιό πυργόσπιτο…

Στέκεται εκεί, ανάμεσα στις αιωνόβιες βελανιδιές, με ένα παλιό πηγάδι και γύρω τα μαντριά, καλυμμένα από τα πουρνάρια που κάλυψαν τον τόπο. Είναι ο τόπος που σημάδεψε με τη ματιά του ο Πάνος ο Ντρες, όταν άλλαξε την ιστορία του τόπου… Όχι με το τουφέκι του, αλλά με την τσάπα και τη φωτιά!

Ακολουθήστε το kynigesia.gr στο Google News.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Μικροπούλια του τόπου μας!

Μικρά πουλιά της πατρίδας μας! Τις προάλλες γύρισα από έξοδο με τα σκυλιά μου και κάθισα στο γραφείο μου να κοιτάξω λίγο την επικαιρότητα. Ενώ...
spot_img
spot_img

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ