spot_img
Τετάρτη, 24 Απριλίου, 2024
spot_img
ΑρχικήΚυνήγιΦτερωτάΤο κυνήγι της Βασίλισσας με τα βελούδινα μάτια

Το κυνήγι της Βασίλισσας με τα βελούδινα μάτια

|

Το θήραμα – σύμβολο των Ευρωπαίων κυνηγών, είναι ένα από τα πιο παράξενα πουλιά που πετούν σε τούτο τον πλανήτη. Ασύμμετρο, με μεγάλη μύτη, μεγάλο κεφάλι, μάτια μεγάλα, με υφή βελούδου, τοποθετημένα αντικριστά στο πίσω μέρος του κεφαλιού, απρόβλεπτο, άλλες φορές φοβισμένο και άλλες ατρόμητο και απειλητικό, με παράξενο σουλούπι και ακόμη πιο παράξενη συμπεριφορά, τρελαίνει τους κυνηγούς, παθιάζει τους σκύλους και έχει κάνει τους πάντες να το θεωρούν σήμα κατατεθέν του κυνηγίου.

Είναι πουλί αποδημητικό και εμφανίζεται στη χώρα μας στις αρχές του φθινοπώρου, για να διαχειμάσει και να μας εγκαταλείψει ξανά στις αρχές της άνοιξης. Κυκλοφορεί σε όλη σχεδόν την Ευρωπαϊκή Ήπειρο και κυνηγιέται μετά μανίας, από εκατοντάδες χιλιάδες κυνηγούς. Είναι μακράν το πρώτο σε ζήτηση πτερωτό θήραμα των κυνηγών που χρησιμοποιούν σκύλο και για τη μεγαλειότητά της έχουν γραφτεί χιλιάδες σελίδες και ύμνοι.

Την έχουν ερωτευτεί εκατομμύρια άνθρωποι, την έχουν γευτεί επίσης εκατομμύρια, στόματα ανθρώπων, σκύλων και όχι μόνο, αλλά κανένας δεν έχει κατορθώσει να την κατακτήσει. Αντίθετα, εκείνη μας κατακτά συνεχώς και μας τραβά σα νεράιδα, σαν αερικό, στο βασίλειό της, εκεί βαθιά στο δάσος, με τα υγρά χορτάρια, τα ψηλά δένδρα και τα μουσκεμένα φύλλα. Από τα μέσα του Οκτώβρη ξεχυνόμαστε στα δάση και τις ρεματιές, μουσκεύουμε ως το κόκαλο, σχίζουμε το δέρμα και τις σάρκες μας στ’ αγκάθια, γλιστράμε, πέφτουμε, σηκωνόμαστε, ιδρώνουμε, κρυώνουμε, διψάμε, πεινάμε, κουραζόμαστε, αλλά ποτέ δεν απογοητευόμαστε. Λίγα δευτερόλεπτα μόνο να τη δούμε και ν’ ακούσουμε έστω αμυδρά το κτύπημα των φτερών της, είναι αρκετά για να μας αποζημιώσουν και να μας κάνουν να ξεχάσουμε κάθε ταλαιπωρία, κάθε κόπο και κάθε κόστος.

Η πεμπτουσία του κυνηγίου της μπεκάτσας, δεν είναι η κάρπωση και κανένας πραγματικός κυνηγός – εραστής της, δεν ενδιαφέρεται να γεμίσει την τσάντα με το κρέας της. Αντίθετα όλοι θέλουμε να γεμίσουμε την καρδιά και το μυαλό μας με εικόνες και ήχους, από το βασίλειό της, ελπίζοντας ότι θα μας δοθεί έστω για λίγο και θα απολαύσουμε τα θέλγητρά της, τόσο που θα φορτιστούμε περισσότερο για να συνεχίζουμε ξανά και ξανά. Ίσως όλα τούτα να φαίνονται παράξενα, σε κάποιους που δεν είχαν ποτέ την τύχη να τη συναντήσουν, κάτω από προϋποθέσεις πραγματικού κυνηγίου και να γνωρίσουν το μεγαλείο της.

Διότι το να συναντήσεις απλά μια μπεκάτσα, δεν είναι καθόλου σπάνιο. Αντίθετα είναι ένα συνηθισμένο γεγονός και ελάχιστοι άνθρωποι από εκείνους που κυκλοφορούν στη φύση, φθινόπωρο και χειμώνα, μπορούν να πουν ότι δεν την είδαν. Η μπεκάτσα όσο ντροπαλή είναι στο βασίλειό της, το δάσος, τόσο αδιάκριτη γίνεται, εκτός δάσους και δεν διστάζει να κυκλοφορεί προκλητικά, κάθε ξημέρωμα και κάθε σούρουπο, ακόμη και μέσα σε κατοικημένες περιοχές. Η αδιακρισία της, συχνά την κάνει να αδιαφορεί για την ανθρώπινη παρουσία και είναι ικανή να πάρει το γεύμα της, μέσα σε αυλές, πάρκα και κήπους. Είναι ιδιαίτερα εκλεκτική στις γεύσεις και τρέφεται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα με σκουλήκια του χώματος. Σπάνια βάζει στο στόμα της άλλα πράγματα και για να βρει τα σκουλήκια είναι ικανή να διανύσει τεράστιες αποστάσεις. Προτιμά τα νυχτοπερπατήματα και φροντίζει την ημέρα να κοιμάται μέσα στις πυκνές φυλλωσιές, ή να ψάχνει τροφή, σκαλίζοντας τα φύλλα που σαπίζουν στο έδαφος.

Δεν κάθεται ποτέ πάνω σε δένδρα και κλαδιά, παρά μόνο στο έδαφος και πετά γρήγορα με ξεχωριστή χάρη, αξιοποιώντας τα μεγάλα και ευέλικτα φτερά της. Παρά το γεγονός, ότι πρωί που επιστρέφει στο βασίλειό της και απόγευμα που πάει για φαγητό, είναι αδιάκριτη και δεν δείχνει να πτοείται από την ανθρώπινη παρουσία, αλλάζει εντελώς τη συμπεριφορά της στο δάσος, αν νιώσει ότι αποκαλύφθηκε η κρυψώνα της. Είναι ικανή σε ένα κλάσμα του δευτερολέπτου, να χαθεί από τα αδιάκριτα μάτια μας, καθώς φροντίζει πάντοτε να παρεμβάλει, όποιο εμπόδιο θα βρει πρόσφορο, προκειμένου να χάσουμε την οπτική επαφή μαζί της. Η εκπληκτική αυτή ικανότητά της να μας αποφεύγει, δεν περιορίζεται μόνο στο φτερούγισμα, αλλά επεκτείνεται και στο περπάτημα και κανένας κυνηγός δεν είναι σε θέση να προβλέψει τον τρόπο με τον οποίο θα επιχειρήσει κάθε φορά να μας αποφύγει.

Το σπουδαίο όμως δεν είναι να προβλέψουμε τη φυγή της, αλλά κυρίως να ανακαλύψουμε την κρυψώνα της βασίλισσας του δάσους. Αυτό είναι αδύνατο να γίνει αν επιχειρήσουμε να αξιοποιήσουμε μόνο τις δικές μας ικανότητες. Όσο καλά κι αν ξέρουμε τα κόλπα της, όσο καλά κι αν ξέρουμε τον τόπο, ότι ικανότητες κι αν έχουμε, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να τη βρούμε και να τη δούμε. Μόνο συμπτωματικά μπορεί να περάσουμε από κοντά της και να την τρομάξουμε, οπότε μπορεί να μας δώσει την ευκαιρία να τη δούμε για λίγο.

Απαραίτητος λοιπόν για το κυνήγι της μπεκάτσας, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο είναι ο σκύλος. Ένας σκύλος όμως με ικανότητα, φυσικά προσόντα και κυρίως μυαλό και πάθος. Δεν μπορούν όλα τα σκυλιά να κυνηγήσουν μπεκάτσες. Αυτό το θήραμα το δικαιούνται μόνο εκείνα τα σκυλιά, που έχουν έμφυτο και ανεπτυγμένο το κυνηγετικό ένστικτο. Παράλληλα όμως θα πρέπει να είναι σε θέση να ελέγχουν το ένστικτό τους και να αξιοποιούν στο έπακρο τα φυσικά τους προσόντα. Τα φυσικά προσόντα όμως, δεν επαρκούν αν δεν φροντίσουμε εμείς να τα αναπτύξουμε σωστά και να τα συντηρούμε, με συχνή άσκηση και εκπαίδευση σε επίπεδο πειθαρχίας και συνεργασίας. Ένας σκύλος που έχει πάθος, έχει φυσικά προσόντα, έχει μυαλό και είναι σε θέση να βρίσκει τις μπεκάτσες, αλλά δεν είναι σε θέση να συνεργαστεί μαζί μας, είναι ένας σκύλος όχι απλά άχρηστος, αλλά επιζήμιος, καθώς θα κατορθώνει να διώχνει τα πουλιά πριν φτάσουμε εμείς κοντά, ικανοποιώντας μόνο τα δικά του ένστικτα και επιθυμίες, αδιαφορώντας για εμάς που θα ιδρώνουμε, θα ταλαιπωρούμαστε, αλλά μπεκάτσα δεν θα βλέπουμε.

Αντίθετα ένας σκύλος – συνεργάτης, έστω κι αν δεν έχει άριστα αλλά μέτρια προσόντα, θα μας δώσει χαρές μοναδικές, καθώς θα γίνει η μύτη μας, τα μάτια μας, τα αυτιά μας, τα πόδια μας και γενικότερα η προέκταση των αισθήσεών μας και όχι μόνο, για να μπορέσουμε να την μυρίσουμε, να την ακούσουμε και να τη δούμε.

Ο πυροβολισμός της μπεκάτσας δεν έχει ιδιαίτερη σημασία για τον πραγματικό μπεκατσοκυνηγό. Είναι όμως απαραίτητος για να κλείσει ο κύκλος του κυνηγίου και να επιβραβευθεί η προσπάθεια κυνηγού και σκύλου. Όσο δύσκολο είναι να τη δει κανείς, άλλο τόσο δύσκολο είναι να την τουφεκίσει. Την μπεκάτσα, έλεγαν οι παλαιοί κυνηγοί, πρώτα την πυροβολείς και ύστερα τη βλέπεις.

Χρειάζεται ετοιμότητα, ταχύτητα και σκοπευτική δεινότητα. Ένα κοντόκανο όπλο και φυσίγγια με ψιλά σκάγια χωρίς μεγάλες συγκεντρώσεις, είναι απαραίτητα, για να αποφύγουμε αστοχίες ή καταστροφή του θηράματος, δεδομένου ότι η μπεκάτσα θα πετάξει, μόνο αν ακούσει την ανάσα μας κοντά της, πράγμα που σημαίνει ότι οι βολές είναι κοντινές. Η κάρπωση της μπεκάτσας όμως, είναι ένα ζήτημα που δεν θα πρέπει να θεωρείται αυτοσκοπός στο κυνήγι της. Μπεκάτσες μπορούν να πάρουν όλοι, αλλά δεν μπορούν να τις κυνηγήσουν όλοι.

Κατά ένα περίεργο τρόπο αυτό το πουλί – φάντασμα που μαγεύει τον κυνηγό, συχνά προσφέρει το κρέας της σε ευκαιριακούς κρεατοσυλλέκτες που τυχαίνει, ή επιδιώκουν να βρεθούν στον τόπο και το χρόνο, που οι μπεκάτσες γίνονται εύκολη λεία για δίποδα αρπακτικά. Η ιδιαιτερότητά της, να σιτίζεται τη νύκτα στα χωράφια και τους κάμπους, την κάνει να εκτίθεται στις εύκολες τουφεκιές, αρκετών κατ’ ευφημισμό “κυνηγών”, οι οποίοι δεν χρειάζονται περισσότερο από δέκα λεπτά καρτέρι, για να πυροβολήσουν και να σκοτώσουν, ένα θήραμα στο οποίο αξίζει μεταχείριση με σεβασμό, κάρπωση με κανόνες και υψηλό συντελεστή δυσκολίας και όχι εκτέλεση με συνοπτικές διαδικασίες.

 

Ακολουθήστε το kynigesia.gr στο Google News.

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Η θεαματική επανεμφάνιση της τσίχλας

Η θεαματική επανεμφάνιση της τσίχλας Εξακολουθεί να μένει αναπάντητη η απορία των κυνηγών για τη μεγάλη φετινή παρουσία των τσιχλών, ιδιαίτερα αυτή της κελαηδότσιχλας. Ο απόηχος...
spot_img

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ